Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2011

Πονάω και μ' αρέσει...


Μεγάλωσα σε μία χώρα σε κρίση. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό που εφαρμόζονταν μέτρα λιτότητας, ο λαός χρειαζόταν να κάνει θυσίες, νέα “χαράτσια” επιβάλλονταν καθημερινά. Πάντα θεωρούσαμε εαυτούς μπαγαπόντηδες και καταφερτζίδες, χαρακτηριστικός είναι ο διάλογος “-Με έγραψε η τροχαία. - Έλα μωρέ πάνε κλάψου λίγο, στην Ελλάδα είσαι θα στη σβήσουν την κλήση.” Έβλεπα καθημερινά την ημινομιμότητα να επιβραβεύεται και την τιμιότητα να χλευάζονται: “Τι πήγες και είπες στη δασκάλα ότι έσπασες εσύ το τζάμι ρε χαϊβάνι”.

Με τα χρόνια κατάλαβα, ίσως και να ενστερνίστηκα έως ενός βαθμού, πως αυτή η εκούσια παροδική τύφλωση πάει χέρι χέρι με το Ελληνικό φιλότιμο. Θυμάμαι να διαβάζω στο βιβλίο της Έκθεσης στο Λύκειο ένα άρθρο του Παπανούτσου στο οποίο ανέφερε μεταξύ άλλων “ Την Πολιτεία όμως, δηλαδή αυτό τον ορισμένο τρόπο με τον οποίο έχει οργανωθεί και διοικείται ο τόπος, αυτήν την απρόσωπη δύναμη που λειτουργεί στο όνομα, όλων για να εξασφαλίζει με τα όργανα και τους θεσμούς της τη ζωή και την ελευθερία μας, δεν μπορούμε να τη νιώσουμε σαν κάτι εντελώς δικό μας. Είναι ξένο σώμα για το αίσθημα μας.” 1 Έτσι θεωρούσαμε μόνιμο καθήκον να κάνουμε τα στραβά μάτια σε κάθε παράβαση των κανόνων από τους εαυτούς και τους πλησίον μας. Ακόμα και τους πολιτικούς πολλές φορές αφού η ρεμούλα και η αρπαχτή ήταν ο κανόνας με την κλασσική επωδό “Ε καλά ο πρώτος είναι ή ο τελευταίος που “έφαγε;”.

Και μετά ήρθε η κρίση. Και πονάει η διαολεμένη. Και εκατοντάδες φίλοι και γνωστοί βρέθηκαν ξαφνικά χωρίς δουλειά, να υποαπασχολούνται, να εταιροαπασχολούνται, να δέχονται τεράστιες απώλειες στο μισθό τους, να μην βλέπουν διέξοδο πουθενά. Και η τρόικα; Τι είναι η τρόικα; Για άλλη μια φορά η ξένη, η κακή εξουσία που θέλει να μας κάνει κουμάντο. Στην αρχή αντέδρασα, όπως κάθε Έλληνας, αυτή η ρημάδα η τρόικα με έκανε άνεργη, με έκανε να μην μπορώ να συντηρήσω τον εαυτό μου, να πηγαίνουν κατά διαόλου όλες οι δουλειές.

Ξαφνικά ένα πρωί ξύπνησα με την αίσθηση ότι κάτι περίεργο συμβαίνει μέσα μας. Κάτι σαν σύνδρομο της Στοκχόλμης. Αυτό που μας καταδυναστεύει, αυτό προσπαθούμε να συντηρήσουμε; Και τελικά μήπως χρειαζόμαστε έναν “ξένο δυνάστη” για να λειτουργούμε όπως κάθε άλλο οργανωμένο κράτος; Τελικά ποιος θα μας “σώσει”; Ακόμα και από τον ίδιο μας τον εαυτό. Τι θέλουμε τελικά; Οικογενειοκρατία, διαφθορά, μπίζνες σε γκρίζες ζώνες της νομοθεσίας; Συνδικαλιστές με παχυλούς μισθούς και golden boys and girls που ζουν σε βάρος μας;

Και τι πάει να πει εθνική κυριαρχία. Αυτή την παραχωρήσαμε πριν δεκάδες χρόνια στην Αμερική και στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στις τράπεζες. Και τώρα αισθάνομαι ξαφνικά μια συμπάθεια για την τρόικα, οι εκπρόσωποι της οποίας όταν ήρθαν για πρώτη φορά εδώ πήγαν για σουβλάκια κι όχι για ντελικατέσεν τραπέζια όπως έκανε ακόμα και ο κάθε μικροκοινοτάρχης τα προηγούμενα χρόνια. Πάλι σύνδρομο της Στοκχόλμης. Αισθάνομαι συμπάθεια για την “κακή” τρόικα.

Ποιος ο καλός, ποιος ο κακός; Σαν το αιώνιο δίλλημα, τι είναι θεός, τι μη θεός και τι τ' αναμεσό τους;


Τίποτε στην Τροία-ένα είδωλο.

Έτσι το θέλαν οι θεοί.

Κι ο Πάρης, μ' έναν ίσκιο πλάγιαζε σα να ήταν πλάσμα

ατόφιο.

κι εμείς σφαζόμασταν για την Ελένη δέκα χρόνια .



Γιώργος Σεφέρης, "Ελένη", Ποιήματα, Αθήνα, Ικαρος, 1985, σσ. 239-242.


1(Ε.Π. Παπανούτσος, Εφήμερα-Επίκαιρα-Ανεπίκαιρα, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1980, σ. 160-63)(από το σχολικό βιβλίο ΟΕΔΒ)